
Υψηλά επίπεδα χοληστερόλης αυξάνουν τον κίνδυνο καρδιακής νόσου

02.12.2023 09:28 Τελευταία ενημέρωση: 02.12.2023 09:54
Η HDL χοληστερόλη μεταφέρει τη χοληστερόλη από το σώμα πίσω στο ήπαρ, μειώνοντας έτσι την επίκερση της χοληστερόλης. Υψηλά επίπεδα HDL μπορούν επίσης να μειώσουν συνήθως τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων. Η υψηλή χοληστερόλη συνήθως δεν παρουσιάζει συγκεκριμένα συμπτώματα και συνήθως ανιχνεύεται με ένα αίματος δοκιμές. Σε πολλές περιπτώσεις, τα υψηλά επίπεδα χοληστερόλης σχετίζονται με ανθυγιεινές διατροφικές συνήθειες, παχυσαρκία, αθλητική αδράνεια και άλλους παράγοντες. Επιπλέον, οι γενετικοί παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν τον κίνδυνο υψηλής χοληστερόλης.
Η παχυσαρκία συνήθως μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα της χοληστερόλης. Η αύξηση της ποσότητας του λίπους στο σώμα μπορεί να επηρεάσει τα επίπεδα της χοληστερόλης και συνήθως συσχετίζεται με υψηλά επίπεδα LDL (“κακή” χοληστερόλη). Η παχυσαρκία μπορεί να οδηγήσει σε περισσότερη αποθήκευση λίπους στο σώμα. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του LDL χοληστερόλης και μείωση των επιπέδων HDL (“καλή” χοληστερόλη). Επιπλέον, η παχυσαρκία συνήθως μπορεί να αυξήσει επίσης τα επίπεδα τριγλυκεριδίων. Τα υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων μπορεί να αποτελούν κίνδυνο για την καρδιαγγειακή υγεία.
Η αύξηση των επιπέδων χοληστερόλης σε σχέση με την παχυσαρκία μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων. Επομένως, η διατήρηση ενός υγιούς σώματος και της ισορροπίας του λίπους μπορεί να βοηθήσει στη διαχείριση των επιπέδων χοληστερόλης. Ένα ισορροπημένο σχέδιο διατροφής, τακτική άσκηση και υγιείς συνήθειες ζωής μπορεί να μειώσουν την παχυσαρκία και να βοηθήσουν να διατηρηθούν οι επίπεδα της χοληστερόλης υπό έλεγχο.
Η διαχείριση των υψηλών επιπέδων χοληστερόλης είναι σημαντική. Η υιοθέτηση ενός υγιούς τρόπου ζωής, η ισορροπημένη διατροφή, η τακτική άσκηση, η μην καπνίζετε και η τήρηση των θεραπειών που προτείνει ο γιατρός μπορούν να βοηθήσουν στη διαχείριση της υψηλής χοληστερόλης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι γιατροί μπορεί να συστήσουν και φαρμακευτική θεραπεία.